Αναλυτικά όσα είπε στον ραδιοφωνικό σταθμό «Onde Vas».
Για τον Ερνέστο Βαλβέρδε: «Είναι ο καλύτερος προπονητής για την Αθλέτικ λόγω του ποιος είναι ως τύπος, για το πώς είναι προπονητής και για το πώς έχει προσαρμοστεί στις ιδιομορφίες της Αθλέτικ. Εχω καλή σχέση με τον Ερνέστο, λίγοι θα μπορέσουν για να μιλήσω άσχημα για αυτόν, είναι καλός άνθρωπος και καλός τύπος».
Για τα social media: «Ολα είναι καλά μέχρι να τα χρησιμοποιήσουν οι άνθρωποι και όλα χρησιμοποιούνται για κριτική, αυτός είναι ο κόσμος στον οποίο ζούμε».
Για την καλοκαιρινή περίοδο της προετοιμασίας: «Στις μέρες μας είναι άχρηστη. Παίζεις τέσσερα παιχνίδια με την αγορά ακόμα ανοιχτή. Αρα κάποιοι παίκτες έρχονται ή φεύγουν την τελευταία στιγμή και χωρίς σχεδόν καμία προετοιμασία, πρέπει να τους φέρεις σε φόρμα, ενώ το πρωτάθλημα να βρίσκεται σε εξέλιξη. Στους πρώτους επίσημους αγώνες δεν ξέρεις καν τι κάνεις».
Για τους ποδοσφαιριστές σήμερα: «Λένε πως τώρα οι παίκτες έχουν τάμπλετ και όχι κοιλιά; Δεν είναι αλήθεια. Πριν ήμασταν πολύ επαγγελματίες, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Τώρα δεν είναι πιο επαγγελματίες γιατί πηγαίνουν στο γυμναστήριο, εδώ το σημαντικό είναι το γήπεδο. Ολοι θα βλέπουν εσένα, αλλά πρέπει να κοιτάς περισσότερο την ομάδα και την ομάδα παρά την ατομική φιγούρα, τώρα όλα είναι τεχνολογία και αναλυτές. Είναι εντάξει, αλλά για μένα υπάρχουν πάρα πολλά δεδομένα. Είναι αδύνατο να τα χειριστείς αργότερα με όσο λίγο χρόνο υπάρχει. Κοιτάξτε τον Εμπαπέ στο ντοκιμαντέρ του Λουίς Ενρίκε».
Για το πώς αισθάνεται στην Ελλάδα: «Στο δρόμο με φωνάζουν “κόουτς, προπονητή”, αλλά με αφήνουν ήσυχο παρόλο που είναι πιο θερμοί από εμάς. Πολύ περισσότερο, για καλό και για κακό. Αν δεν κερδίσεις τα πρόσωπα είναι χαμηλότερα, αλλά αν κερδίσεις η χαρά είναι τεράστια. Στο Θαλντιμπάρ ή στο Λαρέδο κυκλοφορούσα και δεν ήμουν πολύ γνωστός, αλλά τώρα σε αναγνωρίζουν και σου ζητούν φωτογραφίες, αυτόγραφα. Έχω παρατηρήσει τη διαφορά. Στην πόλη μου ήμουν μόνο ένας ακόμα, ενώ εδώ τα παιδιά σε κοιτούν με το στόμα ανοιχτό».
Για τους πανηγυρισμούς μετά την κατάκτηση του Conference League: «Παίξαμε τον τελικό στην Αθήνα και ήμασταν εκεί μέχρι τις 7 το πρωί. Από το γήπεδο με το λεωφορείο στους δρόμους και το δημαρχείο, από εκεί στο γήπεδο στις 5 το πρωί και εκεί τελείωσαν όλα. Ολα ήταν πολύ ζεστά και μέσα σε λίγο, σαν τρελοί στο λεωφορείο περικυκλωμένοι από μηχανές και φωτοβολίδες».
Για τη διαδρομή του από την Εϊμπαρ στη Σεβίλλη και μετά στην Αθήνα: «Στο ποδόσφαιρο, όπως και στη ζωή, η έκπληξη είναι εκεί, στον δρόμο. Ημουν ήρεμος μετά τα Χριστούγεννα και τον Μάρτιο με πήραν τηλέφωνο από τη Σεβίλλη, που ήταν κοντά στον υποβιβασμό, αλλά κρατήσαμε καλά, κάτι που μας έδωσε την ευκαιρία να προετοιμαστούμε καλύτερα για το UEL και είχαμε την επιτυχία και την τύχη να το κερδίσουμε».