Αναλυτικά όσα δήλωσε στο EOK We Radio:
Για τη βράβευση της ομάδας του 2010: «Ήταν καταπληκτικά. Θεωρώ ότι ο Αθηναϊκός και ο κύριος Χαρδαλιάς έκαναν μια φοβερή δουλειά και κατάφεραν να πείσουν και να φέρουν πίσω σχεδόν όλες τις παίκτριες του τότε. Ήταν τρομερό κατόρθωμα. Ήταν καταπληκτικό το συναίσθημα. Ένιωσα σαν μην πέρασε μια μέρα, σαν να μην είχαμε φύγει ποτέ από αυτό το γήπεδο. Αδυνατώ να πιστέψω πως έχουν περάσει 15 χρόνια. Δεν είχαμε ποτέ κάτι να χωρίσουμε, ο στόχος μας πάντα ήταν κοινός, να βάλουμε τον Αθηναϊκό στο υψηλότερο βάθρο στην Ευρώπη και τα καταφέραμε».
Για τα συναισθήματά της κατά τη διάρκεια της βράβευσης: «Εγώ άργησα λιγάκι, ήρθα λίγο μετά ενώ ήταν όλες εκεί. Όταν μπήκα μέσα και τις είδα όλες στη σειρά, η πρώτη μου σκέψη ήταν “Πάλι, σαν να μην πέρασε μια μέρα! Δεν το πιστεύω ότι γίνεται πραγματικότητα”. Συναισθήματα χαράς, συγκίνησης, ανατριχίλας. Ήταν κάτι καταπληκτικό, δε μπορώ να περιγράψω αυτό που ένιωσα. Δε μπορούσα να σταματήσω να χαμογελάω. Η χαρά που είδε η μία την άλλη ήταν απερίγραπτη. Τουλάχιστον προσωπικά, η αγάπη που εισέπραξα με συγκίνησε πάρα πολύ».
Για το πώς ένιωσε όταν έπαιζε το βίντεο από εκείνη τη χρονιά: «Την ώρα που παιζόταν το βίντεο, κάναμε αυτό που κάναμε πάντα όταν βλέπαμε βίντεο παραταγμένες: σχολιάζαμε. Δε σταματούσαμε να το κάνουμε αυτό. Γελούσαμε και εννοείται ότι συγκινηθήκαμε. Ήταν όπως παλιά, λέγαμε διάφορα και όταν τελείωσε το βίντεο εγώ προσωπικά δάκρυσα και είπα από μέσα μου ότι άξιζε το ταξίδι ΗΠΑ-Ελλάδα».
Για το πώς αισθάνθηκε όταν ήρθε το τηλεφώνημα από την ομάδα για να έρθει στην Ελλάδα για τη βράβευση: «Το λιγότερο που μπορώ να πω είναι ότι εξεπλάγην. Η αμέσως επόμενη σκέψη ήταν ότι θα είναι τα κορίτσια που θα μπορούν να πάνε από Ελλάδα. Όταν όμως άρχισα και μιλούσα με την Κατερίνα Σωτηρίου και την Κατερίνα Χαλικιά, μου εξήγησαν πως αυτό που θέλει να κάνει ο Αθηναϊκός είναι να μας φέρει όλες τις παίκτριες απ’ έξω. Σκέφτηκα πως είναι λίγο αδύνατο να συμβεί αυτό γιατί έχουμε τις υποχρεώσεις μας. Για τον εαυτό μου είπα ότι θα ήθελα πάρα πολύ να πάω, θα ήταν κάτι καταπληκτικό, αλλά δε γινόταν. Μέχρι και την τελευταία στιγμή με ρωτούσαν και τους έλεγα πως δε γίνεται γιατί δε μπορώ να φύγω, είχα ξεκινήσει την προετοιμασία. Τελικά τα κατάφερα, Τετάρτη βράδυ (10/09) είπα το “ok” και Πέμπτη πρωί (11/09) “πέταξα” για Ελλάδα. Προφανώς όλες όσες μένουν εξωτερικό είχαν τις ίδιες σκέψεις».
Για το τι θυμάται από την ευρωπαϊκή επιτυχία του 2010: «Εννοείται ότι θυμάμαι τη λήξη του τελευταίου παιχνιδιού και τα πανηγύρια μετά. Θυμάμαι, επίσης, το άγχος που είχαμε στα τελευταία δευτερόλεπτα, γιατί ξαφνικά αρχίσαμε να μη βάζουμε σουτ, τα κορίτσια ήταν πιο εκνευρισμένα και αγχωμένα. Παρ’ ότι βλέπαμε πως μπορούσαμε να το καταφέρουμε, ξαφνικά η πίεση αρκετά έντονη. Έβλεπες και την άλλη ομάδα να κάνει ένα comeback. Θυμάμαι να παρακαλάμε να τελειώσει ο χρόνος, κάποιες φώναζαν “Ληξ’ το!”. Ήταν πολύ έντονο αυτό το συναίσθημα, της χαράς, του άγχους, όλα μαζί. Ήταν η πιο γλυκιά ήττα, έτσι μπορώ να τη χαρακτηρίσω».
Για το προπονητικό κομμάτι με το οποίο ασχολείται στις ΗΠΑ: «Αυτό ήθελα να κάνω από πάντα. Τα τελευταία χρόνια πριν σταματήσω ήμουν Ισπανία και ήθελα να γίνω κόουτς, οπότε προσπαθούσα να κάνω διασυνδέσεις στην Ευρώπη. Μου ήρθε η πρόταση για ΗΠΑ και εννοείται πως το δέχθηκα. Ήμουν assistant coach στο Marian University για κάποια χρόνια και τα τελευταία 3.5-4 χρόνια το staff μετακόμισε και πήγαμε στο Purdue».
Για το κολεγιακό μπάσκετ γυναικών: «Κακά τα ψέματα, το κολεγιακό είναι το “Α” και το “Ω” στις ΗΠΑ. Δεν έχουν ομάδες, είναι τα πανεπιστήμια. Όταν αποφοιτήσουν, αν είναι καλοί θα παίξουν στο WNBA ή στην Ευρώπη και άλλες ηπείρους. Οι κανόνες είναι διαφορετικοί, καμία σχέση με Ευρώπη. Είναι απίστευτο το συναίσθημα που βιώνω. Είναι όλα πάρα πολύ επαγγελματικά. Έχουμε τον δικό μας όροφο, τα δικά μας γραφεία, το meeting room. Στο προπονητικό staff είμαστε 9-10 άτομα, πέραν απ’ τους φυσιοθεραπευτές, τους ψυχολόγους, τους ψυχίατρους. Είναι όλα τελείως διαφορετικά».